Friday 12 September 2014

Τα Όνειρα

Ο άνθρωπος έχει μαζί με ορισμένα άλλα εξελιγμένα θηλαστικά το περίεργο προνόμιο να είναι πολίτης δύο κόσμων. Απολαμβάνει με καθημερινή εναλλαγή δύο ξεχωριστά είδη εμπειρίας, το ύπαρ και το όναρ, καθώς τα αποκαλούσαν οι Έλληνες, όπου το καθένα έχει τη δική του λογική και τα δικά του όρια, και ούτε υπάρχει φανερός λόγος για να θεωρηθεί το ένα πιο σημαντικό από το άλλο. Αν και ο κόσμος της εγρήγορσης φαίνεται να παρουσιάζει μερικά πλεονεκτήματα από πλευράς παγιότητας και συνέχειας, ωστόσο οι κοινωνικές του δυνατότητες είναι τρομερά περιορισμένες γιατί στον κόσμο αυτό συναντούμε, κατά κανόνα, μονάχα τους γείτονες μας. Αντίθετα ο κόσμος του ονείρου προσφέρει την ευκαιρία μιας επικοινωνίας, έστω και φευγαλέας, με τους μακρινούς μας φίλους, τους νεκρούς μας, και τους Θεούς μας.


Για τους κανονικούς ανθρώπους, το όνειρο αποτελεί τη μοναδική εμπειρία της διαφυγής από τα δυσάρεστα και ακατανόητα δεσμά του χρόνου και του χώρου. Έτσι δεν είναι παράξενο που ο άνθρωπος «καθυστέρησε» να αποδώσειτα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της πραγματικότητας στον ένα κόσμο, και να απορρίψει τον άλλο, τουλάχιστον επίσημα, ως καθαρή παραίσθηση. Ακόμη και σήμερα υπάρχουν πολλοί πρωτόγονοι λαοί που αποδίδουν σε ορισμένους τύπους ονειρικής εμπειρίας ένα κύρος ίσο με εκείνο της εγρήγορσης, μολονότι βέβαια διαφορετικού είδους,. Παράλληλα, στις σύγχρονες δυτικές κοινωνίες είναι πολλοί αυτοί που πιστεύουν ότι τα όνειρα είναι πολύ σημαδιακά. Ετσι η αρχαία τέχνη της ονειροκριτικής παρέχει για άλλη μια φορά στους έξυπνους έναν επικερδή τρόπο ζωής εφόσον πολλοί σύγχρονοι βαθύτατα μορφωμένοι συνάνθρωποι μας σπεύδουν να αναφέρουν τα όνειρα τους στους ειδικούς, με την ίδια σοβαρή ανησυχία όπως κι ο Δεισιδαίμονας του Θεόφραστου.

Στις περισσότερες περιγραφές ονείρων, οι Ομηρικοί ποιητές διαπραγματεύονται αυτό που βλέπουν σαν να ήταν «αντικειμενικό γεγονός». Το όνειρο συνήθως παίρνει τη φόρμα μιας επίσκεψης που κάνει μια μόνη ονειρική μορφή σ' ένα κοιμισμένο άνδρα ή γυναίκα ( η ίδια η λέξη όνειρος στον Όμηρο σχεδόν πάντοτε σημαίνει ονειρική μορφή και όχι ονειρική εμπειρία. Η ονειρική αυτή μορφή μπορεί να είναι ένας Θεός, ή ένα φάντασμα ή ένας προϋπάρχων ονειρικός αγγελιοφόρος, ή μια «εικόνα» ( είδωλον ), που δημιουργήθηκε ειδικά για την περίπτωση, αλλά οτιδήποτε κι αν είναι τούτο, υπάρχει αντικειμενικά στο χώρο, και είναι ανεξάρτητο από τον ονειρευόμενο.

Καταφέρνει να μπαίνει από την κλειδαρότρυπα ( τα ομηρικά υπνοδωμάτια δεν έχουν ούτε παράθυρα ούτε καπνοδόχο ), στυλώνεται στην κορυφή του κρεβατιού για να δώσει το μήνυμα της, κι όταν γίνει αυτό, αποσύρεται από τον ίδιο δρόμο. Στο μεταξύ, ο ονειρευόμενος είναι σχεδόν πάντα εντελώς παθητικός: βλέπει μία μορφή, ακούει μια φωνή κι αυτό είναι όλο. Σπανίως αποκρίνεται μέσα στον ύπνο του ή καμία φορά απλώνει τα χέρια να αγκαλιάσει την ονειρική μορφή. Όμως αυτές είναι αντικειμενικές, φυσικές πράξεις που βλέπουμε να εκτελούν άνθρωποι στον ύπνο τους. Ο ονειρευόμενος δεν φαντάζεται πως βρίσκεται πουθενά αλλού παρά στο κρεβάτι του και μάλιστα ξέρει πως είναι κοιμισμένος, αφού η ονειρική μορφή μπαίνει στον κόπο να του το δείξει καθαρά: «Κοιμάσαι, Ατρείδη», λέει το πονηρό όνειρο στο Β της Ιλιάδας, «Κοιμάσαι, Αχιλλέα», λέει το φάντασμα του Πατρόκλου, «Κοιμάσαι , Πηνελόπη», λέει η Αθηνά-είδωλο στην Οδύσσεια.

Οι αρχαίοι Έλληνες ουδέποτε λένε, όπως εμείς, πως έχουν ένα όνειρο, αλλά πάντοτε πως βλέπουν ένα όνειρο - «όναρ ιδείν, ενύπνιον ιδείν». Λέγεται ακόμη, πως το όνειρο όχι μόνο «επισκέπτεται» τον ονειρευόμενο (φοιτάν επισκοπείν, προσελθείν, κλπ.) αλλά επίσης πως «στέκει πάνω του» (επιστήναι). Η τελευταία χρήση είναι ιδιαίτερα κοινή στον Ηρόδοτο και θεωρήθηκε ως μια ανάμνηση του ομηρικού (στη δ' αρ' υπέρ κεφαλής, «στάθηκε πάνω από το κεφάλι του»).

Σύμφωνα με τους μύθους και τις θρησκευτικές παραδόσεις, τα όνειρα αποδεικνύουν την αντικειμενικότητα τους αφήνοντας πίσω τους ένα υλικό σημάδι, αυτό που οι πνευματιστές θέλουν να ονομάζουν «εισφορά». Ο Πίνδαρος δίνει το πιο γνωστό παράδειγμα, το όνειρο κατά την εγκοίμηση του Βελλεροφόντη, όπου η εισφορά είναι ένα χρυσό χαλινάρι. Επίσης ο Παυσανίας αναφέρει ότι η ονειρική μορφή του Ασκληπιού αφήνει πίσω της ένα γράμμα.



ΤΥΠΟΙ ΟΝΕΙΡΩΝ

Μέσα στην τάξη των σημαδιακών ονείρων μπορούμε να αναγνωρίσουμε μερικούς ξεχωριστούς τύπους. Σε μια κατάταξη που αναφέρεται από τον Αρτεμίδωρο, το Μακρόβιο κι άλλους μετέπειτα συγγραφείς , αλλά που η αρχή της μπορεί να βρίσκεται πάρα πολύ πίσω, διακρίνονται τρεις τέτοιοι τύποι: α) Ο πρώτος είναι το συμβολικό όνειρο, που «ντύνει μέσα σε μεταφορές, όπως κάποια αινίγματα, μια σημασία που δεν μπορεί να κατανοηθεί χωρίς ερμηνεία». β) Ο δεύτερος είναι το όραμα, που είναι καθαρή προ-εκπλήρωση ενός μελλοντικού γεγονότος. γ) Ο τρίτος ονομάζεται χρηματισμός ή «χρησμός» και μπορεί να αναγνωρισθεί, «όταν ο πατέρας του ονειρευόμενου, ή κάποια άλλη σεβαστή και εντυπωσιακή προσωπικότητα (πιθανόν ένας ιερέας ή ακόμη ένας θεός) αποκαλύπτει στον ύπνο, χωρίς συμβολισμό, αυτό που πρόκειται ή δεν πρόκειται να συμβεί, ή δεν πρέπει να γίνει.

Χρησματικός τύπος ονείρου

Ο παλαιός ιατρικός συγγραφέας Ηρόφιλος (ενωρίς τον 3ο αιώνα π.Χ.) είχε πιθανόν τούτον τον τύπο υπόψη του, όταν διέκρινε τα «θεόπεμπτα» όνειρα από εκείνα που οφείλουν την αρχή τους είτε στη «φυσική» ενορατικότητα της ίδιας της ψυχής ή σε σύμπτωση ή σε ευσεβείς πόθους. Η αρχαία λογοτεχνία είναι γεμάτη από τέτοια «θεόπεμπτα» όνειρα στα οποία μία μόνη ονειρική μορφή παρουσιάζεται, όπως στον Όμηρο, στον κοιμώμενο και του παρέχει προφητεία, συμβουλή, ή προειδοποίηση. Έτσι ένας «όνειρος» στάθηκε πάνω από τον Κροίσο και τον προειδοποίησε για τις επερχόμενες καταστροφές. Ο Ίππαρχος είδε «ένα ψηλό και ωραίο άνδρα» που του έδωσε ένα στιχουργημένο χρησμό, ακριβώς όπως η «λαμπρή και ωραία γυναίκα», αποκάλυψε στο Σωκράτη την ημέρα του θανάτου του, με την παράθεση ομηρικών στίχων. Ο Αλέξανδρος είδε «έναν ασπρομάλλη άντρα με σεβάσμια εμφάνιση», που επίσης απάγγελνε Όμηρο και ο οποίος ήταν, κατά την γνώμη του Αλέξανδρου, πραγματικά ο ίδιος ο Όμηρος.

Ένας κοινός τύπος του θεόπεμπτου ονείρου, στην Ελλάδα και αλλού, είναι αυτό που απαγγέλνει μια αφιέρωση ή άλλη θρησκευτική πράξη. Έχουμε μάλιστα συγκεκριμένες μαρτυρίες της πραγματικής εμφάνισης του, από τις πολυάριθμες επιγραφές που αναφέρουν πως ο ονειρευόμενος κάνει μια αφιέρωση «σύμφωνα με όνειρο» ή «έχοντας δει ένα όνειρο». Λεπτομέρειες σπάνια δίνονται, όμως έχουμε μια επιγραφή όπου ένας ιερέας παίρνει εντολή στο όνειρο του από τον Σέραπη να του χτίσει ένα σπίτι εντελώς δικό του, επειδή ο θεός έχει βαρεθεί να ζει σε καταλύματα. Επίσης μιά άλλη επιγραφή δίνει κανονισμούς για τη διοίκηση ενός οίκου προσευχής και αναφέρεται πως δόθηκαν σε κοιμώμενο από τον Δία. Σχεδόν όλες οι επιγραφικές μαρτυρίες είναι ελληνιστικής ή ρωμαϊκής εποχής, πιθανόν όμως αυτό να είναι τυχαίο, επειδή ο Πλάτωνας μιλεί στους Νόμους για αφιερώσεις που προέρχονται από όνειρα ή οράματα κατά την εγρήγορση, «από γυναίκες κι από άνδρες που είναι άρρωστοι, ή βρίσκονται σε κάποιο κίνδυνο ή δυσκολία ή είχαν μια αναπάντεχη τύχη», ενώ ξανά μαθαίνουμε από την «Επινομίδα» πως πολλές θρησκευτικές τελετές πολλών θεών προήλθαν και προέρχονται από τις ονειρικές συναντήσεις με υπερφυσικά όντα, από τους οιωνούς, τους χρησμούς, ακόμα και από τα οράματα της επιθανάτιας κλίνης.

Τεχνικές εγκοίμησης

Τεχνικές για την πρόκληση επιθυμητών θεϊκών ονείρων, εφαρμόζονται μέχρι και σήμερα σε πολλές κοινωνίες. Περιλαμβάνουν απομόνωση, προσευχή, νηστεία, αυτό-ακρωτηριασμό, κοίμισμα πάνω στο δέρμα ενός θυσιασμένου ζώου, ή κράτημα κάποιου ιερού αντικειμένου και εγκοίμηση (δηλ. ύπνο σε ιερό χώρο), ή κάποιο συνδυασμό όλων αυτών. Ο αρχαίος κόσμος βασιζόταν στην εγκοίμηση , όπως κάνουν και σήμερα οι Έλληνες χωρικοί.

Η νηστεία ήταν απαραίτητη σε ορισμένα ονειρομαντεία, όπως το σπήλαιο του Χάρωνα στην μικρά Ασία και στο ηρώο του Αμφιάραου στον Ωρωπό, όπου αναφέρεται ότι κάποιος κοιμήθηκε πάνω σε δέρμα θυσιασμένου κριού. Στην εποχή του Επιμενίδη και του Πυθαγόρα εμφανίζεται η αναχώρηση σε ιερό σπήλαιο για την αναζήτηση της οραματικής σοφίας. Ακόμη στους ερυθρόδερμους επικρατεί η συνήθεια να κόβουν μια άρθρωση του δακτύλου για να προκαλέσουν ένα όνειρο. ʼλλη τεχνική που συνιστούσαν στην αρχαιότητα οι ονειροκρίτες στους ανθρώπους ήταν το να κοιμούνται με ένα κλαδί δάφνης κάτω από το μαξιλάρι.

Ο Όμηρος δεν αναφέρει καμία από αυτές τις τεχνικές, ούτε και την εγκοίμηση. Η εγκοίμηση εφαρμοζόταν στην Αίγυπτο και σίγουρα την ήξερε ο Όμηρος και οι Μινωϊτες. Αναφέρεται ή εγκοίμηση σε ναό από τον Αμένοφη ΙΙ και τον Τούθμωση IV για να πετύχουν την δοκιμασία του Θεού όταν ανέβηκαν στο θρόνο. Η παράδοση λέει πως το αρχικά χθόνιο μαντείο των Δελφών ήταν ένα ονειρομαντείο.

Στους ιστορικούς χρόνους οι άνθρωποι ασκούσαν την εγκοίμηση στους βωμούς των ηρώων και σε ορισμένα χάσματα που πίστευαν πως είναι η είσοδος στον κόσμο των νεκρών (νεκρομαντεία).

Η χρήση της εγκοίμησης γινόταν είτε για να πετύχουν μαντικά όνειρα, είτε για ιατρικούς σκοπούς.

Την ιατρική εγκοίμηση την συναντάμε στην λατρεία του Ασκληπιού. Τα όνειρα που ο θεός έστελνε στους ασθενείς του συζητιούνται από τότε (1883) που δημοσιεύτηκε η επιγραφή της Επιδαύρου, την οποία οι πρώτοι σχολιαστές απέρριψαν ως μια εσκεμμένη ιερατική πλαστογραφία. Επίσης υπέθεταν ότι οι ασθενείς ήταν κάτω από την επήρεια ναρκωτικών ή ήταν υπνωτισμένοι, μπερδεύοντας ετσι την εγρήγορση με τον ύπνο και έναν ιερέα παράξενα ντυμένο με τον θείο θεραπευτή. Ο Edelstein αντίθετα, δέχεται πως η επιγραφή αποτελεί μια πιστή αναπαράσταση της εμπειρίας του ασθενή.
Ο Αριστείδης είχε, όπως πίστευε, την εμπειρία της προσωπικής παρουσίας του θεού, και την περιέγραφε μ' ένα τρόπο που αξίζει να τον παραθέσουμε. «Έμοιαζε», λέει, «σα να μ άγγιζε και είχα τη διαίσθηση πως ο θεός ήταν παρών προσωπικά και συγχρόνως πως βρισκόμουν ανάμεσα στον ύπνο και στην εγρήγορση και ποθούσα να βλέπω το θεό, και είχα την αγωνία μήπως τον χάσω πρόωρα, και είχα στυλώσει τα αυτιά και άκουγα, άλλα σα μέσα στο όνειρο, κι άλλα σα σε οπτασία., κι είχαν σηκωθεί οι τρίχες μου και έρρεαν δάκρυα χαράς και το βάρος της ψυχής δεν ήταν ενοχλητικό».

Διαβάζουμε στην επιγραφή της Επιδαύρου για κάποιον άνθρωπο που κοιμήθηκε έξω από το ναό κατά τη διάρκεια της ημέρας, όταν ξαφνικά ένα από τα ήμερα φίδια του θεού ήρθε και του έγλυψε τα πληγωμένα δάχτυλα του ποδιού. Ξύπνησε «γιατρεμένος» και είπε πως είχε ονειρευτεί έναν ωραίο νεαρό που του έβαλε μιαν αλοιφή πάνω στα δάχτυλα. Αυτό θυμίζει τη σκηνή στον Πλούτο του Αριστοφάνη, όπου τα φίδια είναι αυτά που ενέργησαν στην θεραπευτική αγωγή, αφού οι ασθενείς είδαν πρώτα το όραμα του θεού. Διαβάζουμε επίσης για τις θεραπείες που πέτυχαν τα σκυλιά του ναού καθώς έρχονταν και έγλυφαν το άρρωστο μέρος του κορμιού, την ώρα που ο ασθενής ήταν τελείως ξύπνιος.

Το πρωί, όσοι είχαν ευνοηθεί με τη νυχτερινή επίσκεψη του θεού, ανακοίνωναν τις εμπειρίες τους. Κι εδώ πρέπει να λάβουμε σημαντικά υπόψη αυτό που ο Φρόϋντ ονόμασε «δευτερογενή επεξεργασία». Αυτή έχει ως αποτέλεσμα, όπως ακριβώς λέει ο Φρόϋντ, «ότι το όνειρο αποβάλλει τη μορφή του παραλογισμού και της ασυναρτησίας και προσεγγίζει το πρότυπο μιας κατανοήσιμης εμπειρίας»

Αρκετές φορές η φαρμακοποιία του θεού είναι καθαρά μαγική. Βάζει τους ασθενείς του να καταπίνουν δηλητήριο φιδιού, στάχτες απ' τον βωμό, ή να πασαλείβουν τα μάτια τους με το αίμα ενός άσπρου κόκορα.

Η επίδραση που έχει η ασυνείδητη στάση του ονειρευόμενου μπορεί να φανεί σε πολλές ονειρικές συνταγές που ο Αριστείδης έχει καταγράψει. Όπως λέει ο ίδιος, «οι συνταγές αυτές αποτελούν ακριβώς το αντίθετο αυτού που θα περιμέναμε, και στην ουσία είναι τα πράγματα που κάποιος πολύ φυσιολογικά θα απέφευγε». Το κοινότερο χαρακτηριστικό που έχουν , είναι ότι προκαλούν πόνο: αρχίζουν από τα εμετικά, τα ποταμίσια λουτρά το καταχείμωνο, το τρέξιμο πάνω στον πάγο με γυμνά πόδια, φτάνοντας μέχρι τα εκούσια ναυάγια και την απαίτηση να θυσιαστεί ένα δάχτυλο του ασθενή, γεγονός του οποίου τη συμβολική σημασία έχει εξηγήσει ο Φρόϋντ λέγοντας πως τα όνειρα αυτά φαίνεται να είναι η έκφραση μιας βαθειά ριζωμένης επιθυμίας αυτοτιμωρίας.

Οράματα της εγρήγορσης ή ψευδαισθησίες

Τα φαινόμενα αυτά πιθανόν να ήταν παλαιότερα πιο συνηθισμένα απ' όσο σήμερα, αφού φαίνεται πως συνέβαιναν σχετικά συχνότερα στους πρωτόγονους. Ακόμη και σε εμάς είναι λιγότερο σπάνια απ' όσο συνήθως πιστεύεται. Ο κοινότερος τύπος για τους Έλληνες είναι η «επιφάνεια» ενός θεού ή το άκουσμα μιας θείας φωνής που εντέλλεται ή απαγορεύει την εκτέλεση ορισμένων πράξεων. Ο τύπος αυτός παρουσιάζεται με το όνομα «spectaculum» στην κατάταξη των ονείρων και των οραμάτων που κάνει ο Χαλκίδιος. Ως παράδειγμα φέρνει το δαιμόνιον του Σωκράτη. Αν μάλιστα λάβουμε υπόψη ότι η επίδραση της λογοτεχνικής παράδοσης μπορεί να δημιουργήσει μια στερεότυπη μορφή, μπορούμε πιθανόν να συμπεράνουμε πως τέτοιου είδους εμπειρίες, ήταν κάποτε συχνές και ακόμα πως παρουσιάζονταν κατά διαστήματα στους ιστορικούς χρόνους. Oταν λέει ο Ησίοδος πως οι Μούσες του μίλησαν στον Ελικώνα, δεν είναι αλληγορία ή ποιητικός στολισμός αλλά μια προσπάθεια του ποιητή να εκφράσει μια πραγματική εμπειρία με λογοτεχνικούς όρους. Έτσι μπορούμε λογικά να δεχτούμε ως ιστορικό γεγονός το όραμα του Πάνα, που ο Φιλιππίδης είδε πριν απ' την μάχη του Μαραθώνα και που είχε σαν αποτέλεσμα την εγκαθίδρυση μιας λατρείας του Πάνα στην Αθήνα. Το ίδιο πιθανόν ισχύει για το δράμα που είδε ο Πίνδαρος, δηλαδή τη Μητέρα των Θεών με τη μορφή ενός πήλινου αγάλματος. Λέγεται δε πως κατά τον ίδιο τρόπο έγινε η αιτία να αρχίσει μια λατρεία, μολονότι η μαρτυρία του γεγονότος στην περίπτωση αυτή δεν είναι σύγχρονη. Οι τρεις αυτές εμπειρίες έχουν ένα ενδιαφέρον κοινό σημείο: όλα συνέβησαν σε ερημικές ορεινές τοποθεσίες, του Ησίοδου στον Ελικώνα, του Φιλιππίδη σ' ένα άγριο πέρασμα στο βουνό Παρθένιο, του Πινδάρου κατά τη διάρκεια μιας καταιγίδας στο βουνό. Πιθανόν αυτό να μην είναι τυχαίο. Εξερευνητές, ορειβάτες και αεροπόροι συμβαίνει να έχουν τέτοιου είδους περίεργες εμπειρίες ακόμη και σήμερα: ένα πολύ γνωστό παράδειγμα είναι η μορφή που κυνηγούσε τον Shackleton και τους συντρόφους του στην Ανταρκτική ενώ αναφέρεται και ένας αρχαίος Έλληνας γιατρός που περιγράφει όντως την παθολογική κατάσταση στην οποία μπορεί να βρεθεί κάποιος «αν ταξιδεύει σ' ένα έρημο δρόμο και τον καταλάβει τρόμος από την εμφάνιση φαντάσματος.


Ονειροκριτική

Είναι η τέχνη της ερμηνείας του συμβολικού ονείρου. Η πραγματεία του Ιπποκράτη «Περί διαίτης» προσπαθεί να βάλει την ονειροκριτική σε ορθολογιστικά πλαίσια και συσχετίζει μεγάλες κατηγορίες ονείρων με την φυσιολογική κατάσταση του ονειρευόμενου και θεωρεί τα όνειρα σημαντικά συμπτώματα για τον γιατρό. Επίσης ο Ιπποκράτης παραδέχεται τα «θεία» όνειρα, καθώς επίσης αναγνωρίζει ότι πολλά όνειρα είναι συγκαλυμμένοι ευσεβείς πόθοι. Τα όνειρα που τον ενδιαφέρουν όμως είναι αυτά που εκφράζουν σε συμβολική μορφή νοσηρές οργανικές καταστάσεις, οι οποίες πιστεύει ότι οφείλονται στην ιατρική διορατικότητα της ψυχής.

Ο Πλάτωνας στον Τίμαιο δίνει εξήγηση για τα μαντικά όνειρα λέγοντας ότι προέρχονται από την ενόραση του λογικού μέρους της ψυχής , αλλά συλλαμβάνονται από το άλογο μέρος.

Ο Μάρκος Αυρήλιος ευχαριστούσε τους θεούς για τις ιατρικές οδηγίες που του έστελναν στον ύπνο του. Ο Πλούταρχος απέφευγε να τρώει αυγά εξαιτίας κάποιων ονείρων και ο Γαληνός ήταν έτοιμος να κάνει μια εγχείρηση με την προσταγή ενός ονείρου.

Μέσα στον ύπνο λέει ο Ξενοφώντας είναι που η ψυχή δείχνει καλύτερα την θεϊκή της φύση και τότε μπορεί να προβλέπει κάτι από το μέλλον. Διότι τότε καθώς φαίνεται είναι εντελώς ελεύθερη.


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

• Ιλιάδα Ομήρου
• Ομήρου Οδύσσεια
• Οι Έλληνες και το παράλογο E.R. Dodds
• Τίμαιος του Πλάτωνα
• Πλούτος του Αριστοφάνη
• Περί Ενυπνίων του Αριστοτάλη
• Θεογονία Ησιόδου

Πηγή: nea-acropoli-athens.gr

Κοινωνικά Δίκτυα

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...